Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Γοργώ
γουνάζομαι
γουνόομαι
γουνοπαγής
γουνοπαχής
γουνός
γοῦν
γραῖα
γραΐδιον
γραιόομαι
γραῖος
γράμμα
γραμματεία
γραμματείδιον
γραμματεῖον
γραμματεύς
γραμματεύω
γραμματηφόρος
γραμματικεύομαι
γραμματικός
γραμμάτιον
View word page
γραῖος
γραῖος contr. from γέραιος σταφυλὴ γραίη raisins, Anth. [LSJ, DGE see γραῖα]

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γραῖος
Headword (normalized):
γραῖος
Headword (normalized/stripped):
γραιος
IDX:
7054
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7058
Key:
grai=os

Data

{'content': 'γραῖος\n contr. from γέραιος\n σταφυλὴ γραίη raisins, Anth. [LSJ, DGE see γραῖα]', 'key': 'grai=os'}