Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
γλάμων
γλαυκιάω
γλαυκόμματος
γλαυκός
γλαυκῶπις
γλαύξ
γλαφυρία
γλαφυρός
γλάφω
γλευκοπότης
γλεῦκος
γλήνη
γλῆνος
γλισχραντιλογεξεπίτριπτος
γλίσχρος
γλίσχρων
γλίχομαι
γλοιοπότις
γλοιός
γλουτός
γλυκαίνω
View word page
γλεῦκος
γλεῦκος γλυκύς Lat. mustum, new wine, Arist.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
γλεῦκος
Headword (normalized):
γλεῦκος
Headword (normalized/stripped):
γλευκος
IDX:
6936
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6940
Key:
gleu=kos
Data
{'content': 'γλεῦκος\n γλυκύς\n Lat. mustum, new wine, Arist.', 'key': 'gleu=kos'}