Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

γηροκόμος
γηροτροφέω
γηρύγονος
γήρυμα
Γηρυόνης
γῆρυς
γηρύω
γήτειον
Γιγάντειος
Γιγαντολέτης
Γιγαντοφόνος
γίγαρτον
Γίγας
γίγγλυμος
γίγνομαι
γιγνώσκω
γλαγάω
γλαγερός
γλαγοπήξ
γλάγος
γλακτοφάγος
View word page
Γιγαντοφόνος
Γιγαντοφόνος *φένω giant-killing, Eur.

ShortDef

giant-killing

Debugging

Headword:
Γιγαντοφόνος
Headword (normalized):
γιγαντοφόνος
Headword (normalized/stripped):
γιγαντοφονος
IDX:
6915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6919
Key:
*gigantofo/nos

Data

{'content': 'Γιγαντοφόνος\n *φένω\n giant-killing, Eur.', 'key': '*gigantofo/nos'}