Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

γεραιός
γεραιόφλοιος
γεραίρω
γέρανος
γεραρός
γεράσμιος
γέρας
γερονταγωγέω
γερόντιον
γεροντοδιδάσκαλος
γερουσία
γερούσιος
γέρρον
γερροφόροι
γέρων
γεῦμα
γευστέος
γεύω
γέφυρα
γεφυρίζω
γεφυριστής
View word page
γερουσία
γερουσία γέρων a Council of Elders, Senate, Eur. = πρεσβεία, Eur.

ShortDef

a Council of Elders, Senate

Debugging

Headword:
γερουσία
Headword (normalized):
γερουσία
Headword (normalized/stripped):
γερουσια
IDX:
6852
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6856
Key:
gerousi/a

Data

{'content': 'γερουσία\n γέρων\n a Council of Elders, Senate, Eur.\n = πρεσβεία, Eur.', 'key': 'gerousi/a'}