Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

γελωτοποιός
γεμίζω
γέμος
γέμω
γενεαλογέω
γενεαλογία
γενεαλόγος
γενεά
γενεῆθεν
γενέθλη
γενεθλιακός
γενέθλιος
γένεθλον
γενειάζω
γενειάσκω
γενειάς
γενειάτης
γενειάω
γένειον
γενέσιος
γένεσις
View word page
γενεθλιακός
γενεθλιακός γενέθλιος of or for a birthday, Anth.

ShortDef

of or for a birthday

Debugging

Headword:
γενεθλιακός
Headword (normalized):
γενεθλιακός
Headword (normalized/stripped):
γενεθλιακος
IDX:
6812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6816
Key:
geneqliako/s

Data

{'content': 'γενεθλιακός\n γενέθλιος\n of or for a birthday, Anth.', 'key': 'geneqliako/s'}