Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
γέλγις
Γελέοντες
γελοιομελέω
γέλοιος
γελοωμιλία
γέλως
γελωτοποιέω
γελωτοποιΐα
γελωτοποιός
γεμίζω
γέμος
γέμω
γενεαλογέω
γενεαλογία
γενεαλόγος
γενεά
γενεῆθεν
γενέθλη
γενεθλιακός
γενέθλιος
γένεθλον
View word page
γέμος
γέμος γέμω a load, freight, Aesch.
ShortDef
a load, freight
Debugging
Headword:
γέμος
Headword (normalized):
γέμος
Headword (normalized/stripped):
γεμος
IDX:
6804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6808
Key:
ge/mos
Data
{'content': 'γέμος\n γέμω\n a load, freight, Aesch.', 'key': 'ge/mos'}