Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
γάρ
γαστήρ
γάστρα
γαστρίδιον
γαστρίζω
γαστριμαργία
γαστρίμαργος
γάστρις
γαστροβαρής
γαστροειδής
γαστροφορέω
γαστρώδης
γάστρων
γατόμος
γαυλικός
γαυλός
γαῦλος
γαυρίαμα
γαυριάω
γαυρόω
γαῦρος
View word page
γαστροφορέω
γαστροφορέω φέρω to bear in the belly, of a bottle, Anth.
ShortDef
to bear in the belly
Debugging
Headword:
γαστροφορέω
Headword (normalized):
γαστροφορέω
Headword (normalized/stripped):
γαστροφορεω
IDX:
6756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6760
Key:
gastrofore/w
Data
{'content': 'γαστροφορέω\n φέρω\n to bear in the belly, of a bottle, Anth.', 'key': 'gastrofore/w'}