Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

γάργαρα
γάρ
γαστήρ
γάστρα
γαστρίδιον
γαστρίζω
γαστριμαργία
γαστρίμαργος
γάστρις
γαστροβαρής
γαστροειδής
γαστροφορέω
γαστρώδης
γάστρων
γατόμος
γαυλικός
γαυλός
γαῦλος
γαυρίαμα
γαυριάω
γαυρόω
View word page
γαστροειδής
γαστροειδής εἶδος paunchlike, round, ναῦς, Plut.

ShortDef

paunchlike, round

Debugging

Headword:
γαστροειδής
Headword (normalized):
γαστροειδής
Headword (normalized/stripped):
γαστροειδης
IDX:
6755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6759
Key:
gastroeidh/s

Data

{'content': 'γαστροειδής\n εἶδος\n paunchlike, round, ναῦς, Plut.', 'key': 'gastroeidh/s'}