Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βυσσόθεν
βυσσομέτρης
βυσσός
βύσσος
βυσσόφρων
βύσσωμα
βύω
βῶλαξ
βωλίον
βῶλος
βωλοτόμος
βώμιος
βωμίς
βωμοειδής
βωμολόχευμα
βωμολοχεύομαι
βωμολοχία
βωμολοχικός
βωμολόχος
βωμός
βωστρέω
View word page
βωλοτόμος
βωλοτόμος τέμνω clod-breaking, Anth.
ShortDef
clod-breaking
Debugging
Headword:
βωλοτόμος
Headword (normalized):
βωλοτόμος
Headword (normalized/stripped):
βωλοτομος
IDX:
6683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6687
Key:
bwloto/mos
Data
{'content': 'βωλοτόμος\n τέμνω\n clod-breaking, Anth.', 'key': 'bwloto/mos'}