Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βρύον
βρυχάομαι
βρυχηδόν
βρύχημα
βρυχητής
βρύχιος
βρύω
βρωμάομαι
βρῶμα
βρωματομιξαπάτη
βρώμη
βρώσιμος
βρῶσις
βρωτήρ
βρωτός
βυβλάριον
βύβλινος
βύβλος
βύζην
βυθίζω
βύθιος
View word page
βρώμη
βρώμη = βρῶμα, βιβρώσκω food, Od.

ShortDef

food

Debugging

Headword:
βρώμη
Headword (normalized):
βρώμη
Headword (normalized/stripped):
βρωμη
IDX:
6646
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6650
Key:
brw/mh

Data

{'content': 'βρώμη\n = βρῶμα,\n βιβρώσκω\n food, Od.', 'key': 'brw/mh'}