Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βρόμιος
Βρόμιος
Βρομιώδης
βρόμος
βροντάω
βρόντημα
βροντή
βροντησικέραυνος
Βρόντης
βρότειος
βροτοβάμων
βροτόγηρυς
βροτόεις
βροτοκτονέω
βροτοκτόνος
βροτολοιγός
βροτόομαι
βροτοσκόπος
βρότος
βροτός
βροτοστυγής
View word page
βροτοβάμων
βροτοβάμων βαίνω trampling on men, Anth.
ShortDef
trampling on men
Debugging
Headword:
βροτοβάμων
Headword (normalized):
βροτοβάμων
Headword (normalized/stripped):
βροτοβαμων
IDX:
6614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6618
Key:
brotoba/mwn
Data
{'content': 'βροτοβάμων\n βαίνω\n trampling on men, Anth.', 'key': 'brotoba/mwn'}