Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βρέτας
βρέφος
βρεχμός
βρέχω
Βριάρεως
βριαρός
βριάω
βρίζω
βριήπυος
βρῖθος
βριθοσύνη
βριθύνοος
βριθύς
βρίθω
βριμάομαι
βρίμη
βρισάρματος
βρόγκος
βρομέω
βρομιάζομαι
βρόμιος
View word page
βριθοσύνη
βριθοσύνη weight, heaviness, Il.

ShortDef

weight, heaviness

Debugging

Headword:
βριθοσύνη
Headword (normalized):
βριθοσύνη
Headword (normalized/stripped):
βριθοσυνη
IDX:
6594
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6598
Key:
briqosu/nh

Data

{'content': 'βριθοσύνη\n weight, heaviness, Il.', 'key': 'briqosu/nh'}