Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βραχιονιστήρ
βραχίων
βραχύβιος
βραχύβωλος
βραχυγνώμων
βραχύδρομος
βραχύκωλος
βραχυλογία
βραχυλόγος
βραχύνω
βραχύπορος
βραχύς
βραχυσύμβολος
βραχύτης
βραχύτονος
βραχυτράχηλος
βραχύφυλλος
βρέγμα
βρεκεκεκέξ
βρέμω
βρέξις
View word page
βραχύπορος
βραχύπορος with a short passage, Plat. with narrow passage, Plut.
ShortDef
with a short passage
Debugging
Headword:
βραχύπορος
Headword (normalized):
βραχύπορος
Headword (normalized/stripped):
βραχυπορος
IDX:
6573
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6577
Key:
braxu/poros
Data
{'content': 'βραχύπορος\n with a short passage, Plat.\n with narrow passage, Plut.', 'key': 'braxu/poros'}