Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βραδύπους
βραδυσκελής
βραδύς
βραδυτής
βράκος
βράσσω
βράχεα
βραχεῖν
βραχιονιστήρ
βραχίων
βραχύβιος
βραχύβωλος
βραχυγνώμων
βραχύδρομος
βραχύκωλος
βραχυλογία
βραχυλόγος
βραχύνω
βραχύπορος
βραχύς
βραχυσύμβολος
View word page
βραχύβιος
βραχύβιος short-lived, Plat.
ShortDef
short-lived
Debugging
Headword:
βραχύβιος
Headword (normalized):
βραχύβιος
Headword (normalized/stripped):
βραχυβιος
IDX:
6565
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6569
Key:
braxu/bios
Data
{'content': 'βραχύβιος\n short-lived, Plat.', 'key': 'braxu/bios'}