Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βουποίμην
βουπόρος
βούπρῳρος
βου-
βοῦς
βούσταθμον
βουστρόφος
βουσφαγέω
βούτης
βούτομον
βουφάγος
βουφονέω
βουφόνια
βουφόνος
βουφορβέω
βουφόρβια
βουφορβός
βούφορτος
βουχανδής
βοώνης
βοῶπις
View word page
βουφάγος
βουφάγος φαγεῖν ox-eating, Anth.
ShortDef
ox-eating
Debugging
Headword:
βουφάγος
Headword (normalized):
βουφάγος
Headword (normalized/stripped):
βουφαγος
IDX:
6530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6534
Key:
boufa/gos
Data
{'content': 'βουφάγος\n φαγεῖν\n ox-eating, Anth.', 'key': 'boufa/gos'}