Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βουλευτέος
βουλευτήριον
βουλευτήριος
βουλευτής
βουλευτικός
βουλευτός
βουλεύω
βουλήεις
βουλή
βούλησις
βουλητός
βουληφόρος
βουλιμία
βουλιμιάω
βούλιος
βούλομαι
βουλόμαχος
βουλυτόνδε
βουλυτός
βουμολγός
βουνίτης
View word page
βουλητός
βουλητός βούλομαι that is or should be willed: —τὸ β. the object of the will, Plat., Arist.

ShortDef

that is

Debugging

Headword:
βουλητός
Headword (normalized):
βουλητός
Headword (normalized/stripped):
βουλητος
IDX:
6496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6500
Key:
boulhto/s

Data

{'content': 'βουλητός\n βούλομαι\n that is or should be willed: —τὸ β. the object of the will, Plat., Arist.', 'key': 'boulhto/s'}