Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Βουκεφάλας
βουκέφαλος
βουκολέω
βουκόλημα
βουκολιάζομαι
βουκολία
βουκολιαστής
βουκολικός
βουκόλιον
βουκόλος
βοῦκος
βούκρανος
βουλαῖος
βουλαρχέω
βούλαρχος
βούλευμα
βούλευσις
βουλευτέος
βουλευτήριον
βουλευτήριος
βουλευτής
View word page
βοῦκος
βοῦκος = βουκαῖος, Theocr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βοῦκος
Headword (normalized):
βοῦκος
Headword (normalized/stripped):
βουκος
IDX:
6479
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6483
Key:
bou=kos

Data

{'content': 'βοῦκος\n = βουκαῖος, Theocr.', 'key': 'bou=kos'}