Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βουβωνιάω
βουβών
βουγάϊος
βουδόρος
βουθερής
βουθοίνης
βουθυσία
βουθυτέω
βούθυτος
βουκαῖος
βούκερως
Βουκεφάλας
βουκέφαλος
βουκολέω
βουκόλημα
βουκολιάζομαι
βουκολία
βουκολιαστής
βουκολικός
βουκόλιον
βουκόλος
View word page
βούκερως
βούκερως κέρας horned like an ox or cow, Hdt., Aesch.
ShortDef
horned like an ox
Debugging
Headword:
βούκερως
Headword (normalized):
βούκερως
Headword (normalized/stripped):
βουκερως
IDX:
6468
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6472
Key:
bou/kerws
Data
{'content': 'βούκερως\n κέρας\n horned like an ox or cow, Hdt., Aesch.', 'key': 'bou/kerws'}