Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Βορηϊάς
βορός
Βορραῖος
βόρυες
Βορυσθενείτης
Βορυσθένης
βόσις
βόσκημα
βοσκή
βοσκητέος
βοσκός
βόσκω
Βόσπορος
βοστρυχηδόν
βόστρυχος
βοτάμια
βοτάνη
βοτηρικός
βοτήρ
βοτόν
βοτρυδόν
View word page
βοσκός
βοσκός From βόσκω a herdsman, Anth.
ShortDef
a herdsman
Debugging
Headword:
βοσκός
Headword (normalized):
βοσκός
Headword (normalized/stripped):
βοσκος
IDX:
6436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6440
Key:
bosko/s
Data
{'content': 'βοσκός\n From βόσκω\n a herdsman, Anth.', 'key': 'bosko/s'}