ἆθλον
ἆθλον
contr. from Epic and Ionic ἄεθλον
the prize of contest, Hom., etc.; ἄεθλα κεῖται or πρόκειται prizes are proposed, Hdt.; ἆθλα προφαίνειν, προτιθέναι, τιθέναι to propose prizes, Xen.; ἆθλα λαμβάνειν or φέρεσθαι to win prizes, Plat.; ἆθλα πολέμου, τῆς ἀρετῆς Dem.
= ἆθλος, a contest, Od.:—metaph. a conflict, struggle, Aesch., Soph.