Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βολή
βολίζω
βολίς
βολίτινος
βόλιτον
βολοκτυπίη
βόλος
βομβαύλιος
βομβέω
βομβήεις
βομβητής
βόμβος
βομβυλιός
βοοσφαγία
βορά
βορβορόθυμος
Βορβοροκοίτης
βόρβορος
βορβοροτάραξις
βορβορώδης
Βορέας
View word page
βομβητής
βομβητής βομβέω a hummer, buzzer, Anth.
ShortDef
a hummer, buzzer
Debugging
Headword:
βομβητής
Headword (normalized):
βομβητής
Headword (normalized/stripped):
βομβητης
IDX:
6414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6418
Key:
bombhth/s
Data
{'content': 'βομβητής\n βομβέω\n a hummer, buzzer, Anth.', 'key': 'bombhth/s'}