Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Βοιώτιος
Βοιωτιουργής
Βοιωτός
βολαῖος
βόλβα
βολβός
βολή
βολίζω
βολίς
βολίτινος
βόλιτον
βολοκτυπίη
βόλος
βομβαύλιος
βομβέω
βομβήεις
βομβητής
βόμβος
βομβυλιός
βοοσφαγία
βορά
View word page
βόλιτον
βόλιτον βάλλω? cow-dung, mostly in pl., Ar.

ShortDef

cow-dung

Debugging

Headword:
βόλιτον
Headword (normalized):
βόλιτον
Headword (normalized/stripped):
βολιτον
IDX:
6408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6412
Key:
bo/liton

Data

{'content': 'βόλιτον\n βάλλω?\n cow-dung, mostly in pl., Ar.', 'key': 'bo/liton'}