Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βοιδάριον
βοίδιον
βοῖ
Βοιωταρχέω
Βοιωτάρχης
Βοιωταρχία
Βοιωτιάζω
Βοιωτία
Βοιωτίδιον
Βοιώτιος
Βοιωτιουργής
Βοιωτός
βολαῖος
βόλβα
βολβός
βολή
βολίζω
βολίς
βολίτινος
βόλιτον
βολοκτυπίη
View word page
Βοιωτιουργής
Βοιωτιουργής *ἔργω of Boeotian work, Xen.
ShortDef
of Boeotian work
Debugging
Headword:
Βοιωτιουργής
Headword (normalized):
βοιωτιουργής
Headword (normalized/stripped):
βοιωτιουργης
IDX:
6399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6403
Key:
*boiwtiourgh/s
Data
{'content': 'Βοιωτιουργής\n *ἔργω\n of Boeotian work, Xen.', 'key': '*boiwtiourgh/s'}