Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βοηλατικός
βοηνόμος
βοή
βοητής
βοητύς
βόθρος
βόθυνος
βοιδάριον
βοίδιον
βοῖ
Βοιωταρχέω
Βοιωτάρχης
Βοιωταρχία
Βοιωτιάζω
Βοιωτία
Βοιωτίδιον
Βοιώτιος
Βοιωτιουργής
Βοιωτός
βολαῖος
βόλβα
View word page
Βοιωταρχέω
Βοιωταρχέω from Βοιωτάρχης to be a Boeotarch, Thuc.

ShortDef

to be a Boeotarch

Debugging

Headword:
Βοιωταρχέω
Headword (normalized):
βοιωταρχέω
Headword (normalized/stripped):
βοιωταρχεω
IDX:
6392
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6396
Key:
*boiwtarxe/w

Data

{'content': 'Βοιωταρχέω\n from Βοιωτάρχης\n to be a Boeotarch, Thuc.', 'key': '*boiwtarxe/w'}