Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βλάστη
βλαστός
βλασφημέω
βλασφημία
βλάσφημος
βλαύτη
βλαυτίον
βλάψις
βλαψίφρων
βλεμεαίνω
βλέμμα
βλέπος
βλεπτέος
βλεπτικός
βλεπτός
βλέπω
βλεφαρίς
βλέφαρον
βλέψις
βλῆμα
βλητέος
View word page
βλέμμα
βλέμμα βλέπω a look, glance, Eur., Ar.

ShortDef

a look, glance

Debugging

Headword:
βλέμμα
Headword (normalized):
βλέμμα
Headword (normalized/stripped):
βλεμμα
IDX:
6334
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6338
Key:
ble/mma

Data

{'content': 'βλέμμα\n βλέπω\n a look, glance, Eur., Ar.', 'key': 'ble/mma'}