Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βιόω
βιώσιμος
βίωσις
βιώσκομαι
βιωτέος
βιωτικός
βιωτός
βλαβερός
βλάβη
βλάβος
βλαισός
βλαίσωσις
βλακεία
βλακεύω
βλακικός
βλακώδης
βλάξ
βλάπτω
βλαστάνω
βλαστέω
βλάστημα
View word page
βλαισός
βλαισός having the knees bent inwards, bandylegged, Lat. valgus, Batr., Xen.:—generally, twisted, crooked, Anth.
ShortDef
having the knees bent inwards, bandylegged
Debugging
Headword:
βλαισός
Headword (normalized):
βλαισός
Headword (normalized/stripped):
βλαισος
IDX:
6312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6316
Key:
blaiso/s
Data
{'content': 'βλαισός\n having the knees bent inwards, bandylegged, Lat. valgus, Batr., Xen.:—generally, twisted, crooked, Anth.', 'key': 'blaiso/s'}