Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βέλτιστος
βελτίων
βεμβικιάω
βεμβικίζω
βέμβιξ
βεμβράς
Βενδίδεια
Βενδίδειον
Βενδῖς
βένθος
βέομαι
Βερέσχεθοι
βηλός
βῆμα
βήξ
βῆ
βῆσσα
βησσήεις
βήσσω
βῆτα
βητάρμων
View word page
βέομαι
βέομαι Homeric fut. with no pres. in use I shall live (akin to βιόω):— others regard it Epic fut. of βαίνω.
ShortDef
I shall live
Debugging
Headword:
βέομαι
Headword (normalized):
βέομαι
Headword (normalized/stripped):
βεομαι
IDX:
6256
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6260
Key:
be/omai
Data
{'content': 'βέομαι\n Homeric fut. with no pres. in use\n I shall live (akin to βιόω):— others regard it Epic fut. of βαίνω.', 'key': 'be/omai'}