Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βεβαιότης
βεβαιόω
βεβαίωσις
βέβηλος
βεβηλόω
βεβόλημαι
βεβουλευμένως
βεκκεσέληνος
βεκός
βελεηφόρος
βέλεμνον
βελεσσιχαρής
βελόνη
βελονοπώλης
βέλος
βελοσφενδόνη
βέλτερος
βέλτιστος
βελτίων
βεμβικιάω
βεμβικίζω
View word page
βέλεμνον
βέλεμνον poet. for βέλος, a dart, javelin, Il., Aesch.
ShortDef
a dart, javelin
Debugging
Headword:
βέλεμνον
Headword (normalized):
βέλεμνον
Headword (normalized/stripped):
βελεμνον
IDX:
6239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6243
Key:
be/lemnon
Data
{'content': 'βέλεμνον\n poet. for βέλος, a dart, javelin, Il., Aesch.', 'key': 'be/lemnon'}