Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βασιλεύω
βασιληΐς
βασιλίζω
βασιλικός
βασιλίς
βάσιμος
βάσις
βασκαίνω
βασκανία
βάσκανος
βασκάς
βάσκω
βασσάρα
βασσαρικός
βασσάριον
βάσταγμα
βαστάζω
βαστακτός
βάταλος
βατέω
βατηρίς
View word page
βασκάς
βασκάς a kind of duck, Ar.

ShortDef

duck

Debugging

Headword:
βασκάς
Headword (normalized):
βασκάς
Headword (normalized/stripped):
βασκας
IDX:
6187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6191
Key:
baska/s

Data

{'content': 'βασκάς\n a kind of duck, Ar.', 'key': 'baska/s'}