Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βαπτιστής
βαπτός
βάπτω
βᾶ
βάραθρον
βαρβαρίζω
βαρβαρικός
βαρβαρισμός
βαρβαρόομαι
βάρβαρος
βαρβαρόφωνος
βάρβιτος
βάρδιστος
βαρέω
βᾶρις
βάρος
βαρυαλγής
βαρυάλγητος
βαρυαχής
βαρυβρεμέτης
βαρύβρομος
View word page
βαρβαρόφωνος
βαρβαρόφωνος φωνή speaking a foreign tongue, Κᾶρες Il.
ShortDef
speaking a foreign tongue
Debugging
Headword:
βαρβαρόφωνος
Headword (normalized):
βαρβαρόφωνος
Headword (normalized/stripped):
βαρβαροφωνος
IDX:
6111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6115
Key:
barbaro/fwnos
Data
{'content': 'βαρβαρόφωνος\n φωνή\n speaking a foreign tongue, Κᾶρες Il.', 'key': 'barbaro/fwnos'}