Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

βαλλήν
βάλλω
βαμβαίνω
βάμμα
βαναυσία
βαναυσικός
βάναυσος
βαναυσουργία
βάξις
βαπτίζω
βάπτισμα
βαπτισμός
βαπτιστής
βαπτός
βάπτω
βᾶ
βάραθρον
βαρβαρίζω
βαρβαρικός
βαρβαρισμός
βαρβαρόομαι
View word page
βάπτισμα
βάπτισμα baptism, NTest.

ShortDef

baptism

Debugging

Headword:
βάπτισμα
Headword (normalized):
βάπτισμα
Headword (normalized/stripped):
βαπτισμα
IDX:
6099
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6103
Key:
ba/ptisma

Data

{'content': 'βάπτισμα\n baptism, NTest.', 'key': 'ba/ptisma'}