Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Βακχευτής
Βακχευτικός
Βακχεύτωρ
Βακχεύω
Βάκχη
Βακχιάζω
Βακχιάς
Βακχίς
Βακχιώτης
Βάκχος
βαλανάγρα
βαλανεῖον
βαλανεύς
βαλανεύω
βαλανηφάγος
βαλανηφόρος
βαλανίζω
βαλάνισσα
βαλανοδόκη
βάλανος
βαλανόω
View word page
βαλανάγρα
βαλανάγρα βάλανος II a key or hook for pulling out the doorpin, Hdt., Xen.

ShortDef

a key

Debugging

Headword:
βαλανάγρα
Headword (normalized):
βαλανάγρα
Headword (normalized/stripped):
βαλαναγρα
IDX:
6071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6075
Key:
balana/gra

Data

{'content': 'βαλανάγρα\n βάλανος II\n a key or hook for pulling out the doorpin, Hdt., Xen.', 'key': 'balana/gra'}