Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βαίνω
βάϊον
βαιός
βάϊς
βαίτη
βακέλας
βακίζω
Βάκις
βάκλον
βακτηρία
βακτήριον
βάκτρευμα
βακτρεύω
βάκτρον
βακτροπροσαίτης
βάκυλον
Βακχάω
Βακχέβακχον
Βακχεία
Βακχεῖον
Βάκχειος
View word page
βακτήριον
βακτήριον Dim. of βακτηρία, Ar.
ShortDef
staff, cane
Debugging
Headword:
βακτήριον
Headword (normalized):
βακτήριον
Headword (normalized/stripped):
βακτηριον
IDX:
6046
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6050
Key:
bakth/rion
Data
{'content': 'βακτήριον\n Dim. of βακτηρία, Ar.', 'key': 'bakth/rion'}