Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βαθυπόλεμος
βαθυρρείτης
βαθύρρηνος
βαθύρριζος
βαθύρροος
βαθυσκαφής
βαθύσκιος
βαθύς
βαθύσπορος
βαθύστερνος
βαθύστολμος
βαθύστρωτος
βαθύσχοινος
βαθύτης
βαθύφρων
βαθύφυλλος
βαθυχαίτης
βαθύχθων
βαίνω
βάϊον
βαιός
View word page
βαθύστολμος
βαθύστολμος with deep, full robe, Anth.
ShortDef
with deep, full robe
Debugging
Headword:
βαθύστολμος
Headword (normalized):
βαθύστολμος
Headword (normalized/stripped):
βαθυστολμος
IDX:
6028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6032
Key:
baqu/stolmos
Data
{'content': 'βαθύστολμος\n with deep, full robe, Anth.', 'key': 'baqu/stolmos'}