Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
βαθύλειμος
βαθυλήϊος
βαθύνοος
βαθύνω
βαθύξυλος
βαθύπελμος
βαθύπλουτος
βαθυπόλεμος
βαθυρρείτης
βαθύρρηνος
βαθύρριζος
βαθύρροος
βαθυσκαφής
βαθύσκιος
βαθύς
βαθύσπορος
βαθύστερνος
βαθύστολμος
βαθύστρωτος
βαθύσχοινος
βαθύτης
View word page
βαθύρριζος
βαθύρριζος ῥίζα deep-rooted, Soph.
ShortDef
deep-rooted
Debugging
Headword:
βαθύρριζος
Headword (normalized):
βαθύρριζος
Headword (normalized/stripped):
βαθυρριζος
IDX:
6021
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n6025
Key:
baqu/rrizos
Data
{'content': 'βαθύρριζος\n ῥίζα\n deep-rooted, Soph.', 'key': 'baqu/rrizos'}