Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀχρήμων
ἀχρηστία
ἄχρηστος
ἄχρι
ἀχρώματος
ἄχρως
ἄχρωστος
ἀχυρμιά
ἄχυρον
ἀχυρός
ἀχυρότριψ
ἀχώριστος
ἄψαυστος
ἀψεγής
ἀψεύδεια
ἀψευδέω
ἀψευδής
ἀψήφιστος
ἁψιδόομαι
ἁψίκορος
ἁψιμαχέω
View word page
ἀχυρότριψ
ἀχυρότριψ τρίβω threshing out the husks, Anth.
ShortDef
threshing out the husks
Debugging
Headword:
ἀχυρότριψ
Headword (normalized):
ἀχυρότριψ
Headword (normalized/stripped):
αχυροτριψ
IDX:
5946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5950
Key:
a)xuro/triy
Data
{'content': 'ἀχυρότριψ\n τρίβω\n threshing out the husks, Anth.', 'key': 'a)xuro/triy'}