Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀχρημοσύνη
ἀχρήμων
ἀχρηστία
ἄχρηστος
ἄχρι
ἀχρώματος
ἄχρως
ἄχρωστος
ἀχυρμιά
ἄχυρον
ἀχυρός
ἀχυρότριψ
ἀχώριστος
ἄψαυστος
ἀψεγής
ἀψεύδεια
ἀψευδέω
ἀψευδής
ἀψήφιστος
ἁψιδόομαι
ἁψίκορος
View word page
ἀχυρός
ἀχυρός a chaff-heap, Ar.; but ἀχυρμός is prob. the true form.

ShortDef

a chaff-heap

Debugging

Headword:
ἀχυρός
Headword (normalized):
ἀχυρός
Headword (normalized/stripped):
αχυρος
IDX:
5945
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5949
Key:
a)xuro/s

Data

{'content': 'ἀχυρός\n a chaff-heap, Ar.; but ἀχυρμός is prob. the true form.', 'key': 'a)xuro/s'}