Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἄημι
ἀήρ
ἄησις
ἀήσσητος
ἀήσυλος
ἀήσυρος
ἀήτη
ἀήτης
ἄητος
ἀθαλάσσωτος
ἀθαλής
ἀθαλπής
ἀθαμβής
ἀθανασία
ἀθανατίζω
ἀθάνατος
ἄθαπτος
ἀθάρη
ἀθαρσής
ἀθέατος
ἀθεεί
View word page
ἀθαλής
ἀθαλής θάλλω not verdant, withered, Plut.

ShortDef

not verdant, withered

Debugging

Headword:
ἀθαλής
Headword (normalized):
ἀθαλής
Headword (normalized/stripped):
αθαλης
IDX:
592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n592
Key:
a)qalh/s

Data

{'content': 'ἀθαλής\n θάλλω\n not verdant, withered, Plut.', 'key': 'a)qalh/s'}