Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ἀχαία
Ἀχαιικός
Ἀχαιΐς
ἀχαΐνης
Ἀχαιός
ἀχάλινος
ἀχαλίνωτος
ἀχάλκεος
ἀχάλκευτος
ἀχαλκέω
ἄχαλκος
ἀχάλκωτος
ἀχάνη
ἀχανής
ἀχαράκωτος
ἄχαρις
ἀχαριστέω
ἀχαριστία
ἀχάριστος
ἀχάριτος
Ἀχαρναί
View word page
ἄχαλκος
ἄχαλκος without brass, ἄχαλκος ἀσπίδων, i. e. ἄνευ ἀσπίδων χαλκείων, Soph.

ShortDef

without brass

Debugging

Headword:
ἄχαλκος
Headword (normalized):
ἄχαλκος
Headword (normalized/stripped):
αχαλκος
IDX:
5882
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5886
Key:
a)/xalkos

Data

{'content': 'ἄχαλκος\n without brass, ἄχαλκος ἀσπίδων, i. e. ἄνευ ἀσπίδων χαλκείων, Soph.', 'key': 'a)/xalkos'}