ἀφοσίωσις
ἀφοσίωσις
From ἀφοσιόω
expiation: ἀφοσιώσεως ἕνεκα for formʼs sake, Plut.
{
"content": "ἀφοσίωσις\n From ἀφοσιόω\n expiation: ἀφοσιώσεως ἕνεκα for formʼs sake, Plut.",
"key": "a)fosi/wsis"
}