Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀφιππία
ἄφιππος
ἀφίστημι
ἄφλαστον
ἄφλεκτος
ἄφλοιος
ἀφλοισμός
ἀφνειός
ἄφνω
ἀφόβητος
ἀφοβία
ἄφοβος
ἀφοβόσπλαγχνος
ἄφοδος
ἀφοίβαντος
ἀφομοιόω
ἀφομοίωμα
ἀφοπλίζω
ἀφοράω
ἀφόρητος
ἀφορία
View word page
ἀφοβία
ἀφοβία From ἄφοβος fearlessness, Plat.
ShortDef
fearlessness
Debugging
Headword:
ἀφοβία
Headword (normalized):
ἀφοβία
Headword (normalized/stripped):
αφοβια
IDX:
5807
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5811
Key:
a)fobi/a
Data
{'content': 'ἀφοβία\n From ἄφοβος\n fearlessness, Plat.', 'key': 'a)fobi/a'}