Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀφαμαρτάνω
ἀφαμαρτοεπής
ἀφανδάνω
ἀφάνεια
ἀφανής
ἀφανίζω
ἀφάνισις
ἀφανιστέος
ἄφαντος
ἀφάπτω
ἄφαρκτος
ἀφαρπάζω
ἄφαρ
ἀφάρτερος
ἀφασία
ἀφάσσω
ἄφατος
ἀφαυρός
ἀφαύω
ἁφάω
ἀφεγγής
View word page
ἄφαρκτος
ἄφαρκτος = ἄφρακτος, Trag.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἄφαρκτος
Headword (normalized):
ἄφαρκτος
Headword (normalized/stripped):
αφαρκτος
IDX:
5729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5732
Key:
a)/farktos
Data
{'content': 'ἄφαρκτος\n = ἄφρακτος, Trag.', 'key': 'a)/farktos'}