Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
αὐτοφόντης
αὐτόφορτος
αὐτοφυής
αὐτόφυτος
αὐτόφωνος
αὐτόφωρος
αὐτοχειρία
αὐτόχειρ
αὐτόχθονος
αὐτόχθων
αὐτοχόλωτος
αὐτοχόωνος
αὐτόχρημα
αὐτοψία
αὔτως
αὐχενίζω
αὐχένιος
αὐχέω
αὐχήεις
αὔχημα
αὐχήν
View word page
αὐτοχόλωτος
αὐτοχόλωτος χολόομαι angry at oneself, Anth.
ShortDef
angry at oneself
Debugging
Headword:
αὐτοχόλωτος
Headword (normalized):
αὐτοχόλωτος
Headword (normalized/stripped):
αυτοχολωτος
IDX:
5693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5696
Key:
au)toxo/lwtos
Data
{'content': 'αὐτοχόλωτος\n χολόομαι\n angry at oneself, Anth.', 'key': 'au)toxo/lwtos'}