Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

αὐτοτελής
αὐτότοκος
αὐτοτραγικός
αὐτοτροπήσας
αὐτοῦ
αὐτουργέω
αὐτούργητος
αὐτουργία
αὐτουργός
αὐτόφι
αὐτόφλοιος
αὐτοφόνος
αὐτοφόντης
αὐτόφορτος
αὐτοφυής
αὐτόφυτος
αὐτόφωνος
αὐτόφωρος
αὐτοχειρία
αὐτόχειρ
αὐτόχθονος
View word page
αὐτόφλοιος
αὐτόφλοιος with the bark on, Theocr.

ShortDef

with the bark on

Debugging

Headword:
αὐτόφλοιος
Headword (normalized):
αὐτόφλοιος
Headword (normalized/stripped):
αυτοφλοιος
IDX:
5681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5684
Key:
au)to/floios

Data

{'content': 'αὐτόφλοιος\n with the bark on, Theocr.', 'key': 'au)to/floios'}