Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

αὐτόπαις
αὐτοπήμων
αὐτοποιός
αὐτόπολις
αὐτοπολίτης
αὐτοπόνητος
αὐτόπους
αὐτόπρεμνος
αὐτοπρόσωπος
αὐτόπτης
αὐτοπώλης
αὐτοπωλικός
αὐτόρριζος
αὐτόρρυτος
αὐτόσε
αὐτοσίδηρος
αὐτός
αὐτόσσυτος
αὐτοσταδίη
αὐτόστολος
αὐτόστονος
View word page
αὐτοπώλης
αὐτοπώλης πωλέω selling oneʼs own goods or products, Plat.

ShortDef

selling one's own goods

Debugging

Headword:
αὐτοπώλης
Headword (normalized):
αὐτοπώλης
Headword (normalized/stripped):
αυτοπωλης
IDX:
5653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5656
Key:
au)topw/lhs

Data

{'content': 'αὐτοπώλης\n πωλέω\n selling oneʼs own goods or products, Plat.', 'key': 'au)topw/lhs'}