Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
αὐτόθεν
αὐτόθι
αὐτοκάβδαλος
αὐτοκασιγνήτη
αὐτοκασίγνητος
αὐτοκατάκριτος
αὐτοκέλευθος
αὐτοκέλευστος
αὐτοκελής
αὐτόκλαδος
αὐτόκλητος
αὐτόκομος
αὐτοκρατής
αὐτοκρατορικός
αὐτοκράτωρ
αὐτόκτιτος
αὐτοκτονέω
αὐτοκτόνος
αὐτοκυβερνήτης
αὐτόκωπος
αὐτολήκυθος
View word page
αὐτόκλητος
αὐτόκλητος self-called, i. e. uncalled, unbidden, Aesch., Soph.
ShortDef
self-called
Debugging
Headword:
αὐτόκλητος
Headword (normalized):
αὐτόκλητος
Headword (normalized/stripped):
αυτοκλητος
IDX:
5614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5617
Key:
au)to/klhtos
Data
{'content': 'αὐτόκλητος\n self-called, i. e. uncalled, unbidden, Aesch., Soph.', 'key': 'au)to/klhtos'}