Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀερσιπότης
ἀερσίπους
ἀερτάζω
ἄεσα
ἀεσιφροσύνη
ἀεσίφρων
ἀετός
ἀετοφόρος
ἀετώδης
ἀζαλέος
ἀζάνω
ἄζα
ἀζηλία
ἄζηλος
ἀζηλότυπος
ἀζήλωτος
ἀζήμιος
ἀζηχής
ἅζομαι
ἄζυγος
ἄζυμος
View word page
ἀζάνω
ἀζάνω ἄζω to dry, parch up, Hhymn.

ShortDef

to dry, parch up

Debugging

Headword:
ἀζάνω
Headword (normalized):
ἀζάνω
Headword (normalized/stripped):
αζανω
IDX:
556
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n556
Key:
a)za/nw

Data

{'content': 'ἀζάνω\n ἄζω\n to dry, parch up, Hhymn.', 'key': 'a)za/nw'}