Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
αὖθις
αὐΐαχος
αὐλακεργάτης
αὖλαξ
αὔλειος
αὐλέω
αὔλημα
αὐλή
αὔλησις
αὐλητής
αὐλητικός
αὐλητρίς
αὐλιάδες
αὐλίδιον
αὐλίζομαι
αὔλιον
αὔλιος
αὐλίσκος
αὖλις
αὐλιστρίς
αὐλοδόκη
View word page
αὐλητικός
αὐλητικός αὐλέω From αὐλητής of or for the flute, Plat.; ἡ -κή (sc. τέχνη) flute-playing, Plat.
ShortDef
of or for the aulos, suitable for aulos playing
Debugging
Headword:
αὐλητικός
Headword (normalized):
αὐλητικός
Headword (normalized/stripped):
αυλητικος
IDX:
5531
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5534
Key:
au)lhtiko/s
Data
{'content': 'αὐλητικός\n αὐλέω\n From αὐλητής\n of or for the flute, Plat.; ἡ -κή (sc. τέχνη) flute-playing, Plat.', 'key': 'au)lhtiko/s'}