Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

αὐαλέος
αὐγάζω
αὐγή
αὐδάζομαι
αὐδάω
αὐδήεις
αὐδή
αὐερύω
αὐθάδεια
αὐθάδης
αὐθαδίζομαι
αὐθάδισμα
αὐθαδόστομος
αὐθαίμων
αὐθαίρετος
αὐθέκαστος
αὐθεντέω
αὐθέντης
αὐθήμερος
αὐθιγενής
αὖθι
View word page
αὐθαδίζομαι
αὐθαδίζομαι From αὐθάδης Dep. to be self-willed, Plat.

ShortDef

to be self-willed

Debugging

Headword:
αὐθαδίζομαι
Headword (normalized):
αὐθαδίζομαι
Headword (normalized/stripped):
αυθαδιζομαι
IDX:
5510
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5513
Key:
au)qadi/zomai

Data

{'content': 'αὐθαδίζομαι\n From αὐθάδης\n Dep. to be self-willed, Plat.', 'key': 'au)qadi/zomai'}