Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀττέλαβος
Ἄττης
Ἀττικίζω
Ἀττικισμός
Ἀττικιστί
Ἀττικίων
Ἀττικός
Ἀττικωνικός
ἀτύζομαι
ἀτύμβευτος
ἄτυμβος
ἀτυράννευτος
ἄτυφος
ἀτυχέω
ἀτύχημα
ἀτυχής
ἀτυχία
αὖ
αὖ
αὐαίνω
αὐαλέος
View word page
ἄτυμβος
ἄτυμβος without a tomb, Luc.
ShortDef
without a tomb
Debugging
Headword:
ἄτυμβος
Headword (normalized):
ἄτυμβος
Headword (normalized/stripped):
ατυμβος
IDX:
5490
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5493
Key:
a)/tumbos
Data
{'content': 'ἄτυμβος\n without a tomb, Luc.', 'key': 'a)/tumbos'}